Ανακάλυψα το κρασί από μικρός αλλά για αρκετά χρόνια έπινα χωρίς να καταλαβαίνω. Δυο φράσεις συνόδευαν την πόση του κρασιού εκείνη την απλή και δίχως πολλές αναζητήσεις εποχή. Το κρασί ή θα ήταν «ωραίο και ευκολόπιοτο» ή «δεν θα άφηνε ωραία γεύση».
Στην πορεία ήρθε η γνώση, αυτή που σε οδηγεί να αντιληφθείς ότι το κρασί διακρίνεται από μια μεθυστική πολυπλοκότητα… Ποικιλίες, αρώματα, τανίνες , επίγευση, δυνατότητα παλαίωσης και τόσα ακόμα χαρακτηριστικά. Αν αυτή την πολυπλοκότητα την κατανοήσεις, τότε το κάθε κρασί μπορεί να μετατραπεί σε ένα μεθυστικό θησαυρό γεύσεων και όχι μόνο.
Ο πολυσύνθετος χαρακτήρας του κρασιού και της αμπελουργικής διαδικασίας απειλήθηκε από διαδικασίες εκβιομηχανισμού της παραγωγής σε περιοχές με πρόσφορο έδαφος – από κάθε άποψη – όπως η Αυστραλία, η Καλιφόρνια, η Νότια Αφρική κ.ά. οι οποίες είχαν ατελείωτες καλλιεργήσιμες εκτάσεις.
Ο πολυσύνθετος χαρακτήρας του κρασιού και της αμπελουργικής διαδικασίας απειλήθηκε από διαδικασίες εκβιομηχανισμού της παραγωγής σε περιοχές με πρόσφορο έδαφος…
Όμως, αυτό το είδος παραγωγής – με τη χαμηλή τιμή στα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα – αφήνει σε δεύτερη μοίρα το «οικοσύστημα» της αμπελουργικής περιοχής. Μα, αυτό το τελευταίο είναι που διαμορφώνει το ποιοτικό οινικό δυναμικό των σταφυλιών μιας «ευγενούς» ποικιλίας αμπέλου!
Με τις ολιγάριθμες διεθνοποιημένες ποικιλίες και τους νέους τρόπους παραγωγής η βιομηχανία του κρασιού πέτυχε χαμηλές τιμές. Οδήγησε όμως τους οίνους σε απώλεια των γευστικών και οσφραντικών χαρακτήρων τους.. Για έναν μυημένο στο κρασί όμως, η απόλαυση των χαρακτήρων κάθε αυθεντικού οίνου διαμορφώνεται από το οικοσύστημα της αμπελουργικής περιοχής καταγωγής του και την οινοποιητική τεχνική που εφαρμόζεται στα οινοποιεία της.
Η απόλαυση των χαρακτήρων κάθε αυθεντικού οίνου διαμορφώνεται από το οικοσύστημα της αμπελουργικής περιοχής καταγωγής του και την οινοποιητική τεχνική που εφαρμόζεται στα οινοποιεία της.
Η κατάσταση η οποία έτεινε να πάρει διαστάσεις γευστικής επιδημίας αποτελεί το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των ελληνικών οίνων η οποίοι τα τελευταία χρόνια κάνουν γοργά βήματα αξιοποίησης των μοναδικών χαρακτηριστικών του ελληνικού οικοσυστήματος ανασυντάσσοντας το ελληνικό οινοπέδιο.
Στην Ελλάδα καλλιεργούνται πολλές γηγενείς ποικιλίες αμπέλου, ορισμένες προσαρμοσμένες από αιώνες σε μία και μόνο γεωγραφική περιοχή. Η ιδιαιτερότητα των χαρακτήρων των οίνων από αυτές τις σπάνιες ελληνικές ποικιλίες εντυπωσιάζει τους ξένους γευσιγνώστες, με συνέπεια οι ελληνικοί οίνοι να συγκεντρώνουν, τα τελευταία χρόνια, υψηλές βαθμολογίες στους διεθνείς διαγωνισμούς και στα δημοσιεύματα μεγάλης φήμης οινοκριτικών.
Το Ασύρτικο – Σαντορίνη, το Μοσχοφίλερο Μαντινεία, το Αγιωργίτικο – Νεμέα, το Ξινόμαυρο – Νάουσα & Αμύνταιο ως κορωνίδες των ελληνικών οίνων…
Αυτό μεταξύ άλλων παραγόντων συνετέλεσε στο να σημειωθεί θεαματική στροφή του ελληνικού παραγωγικού κόσμου προς τις εκλεκτότερες γηγενείς ποικιλίες αμπέλου και ιδιαίτερα σε εκείνες που καλλιεργούνται στις ζώνες παραγωγής οίνων «Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης» (ΠΟΠ).
Το Ασύρτικο – Σαντορίνη, το Μοσχοφίλερο Μαντινεία, το Αγιωργίτικο – Νεμέα, το Ξινόμαυρο – Νάουσα & Αμύνταιο ως κορωνίδες των ελληνικών οίνων αλλά και, διακεκριμένα κρασιά, κρασιά εναλλακτικών πρακτικών, ανερχόμενες τοπο–ποικιλίες, επιδόρπιοι οίνοι, νέες τοπο–ποικιλίες πρεσβευτές, ελληνικές εκφράσεις διεθνών ποικιλιών, καθημερινά κρασιά και σύγχρονη ρετσίνα συνθέτουν το ελληνικό οινοπέδιο το οποίο μόνο μακριά μπορεί να κοιτά, συνδυάζοντας τα μοναδικά χαρακτηριστικά της χώρας σε συνδυασμό με την πολιτισμική κληρονομιά αυτού του ευγενούς προϊόντος.